«Ιστορική» χαρακτηρίζει την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στη Νέα Υόρκη ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τηλεοπτικό κανάλι Action24.
Σε μια αποτίμηση της επίσκεψης του Προκαθημένου της Ορθοδοξίας στη Νέα Υόρκη, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, τονίζει ότι «η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη Νέα Υόρκη είναι από τη φύση της ιστορική διότι όχι μόνο ο Πατριάρχης επισκέπτεται τις Ηνωμένες Πολιτείες επίσημα ύστερα από 12 χρόνια, αλλά και έρχεται για να εορτάσει την ιστορική 30ή επέτειο της ενθρονίσεώς του και να κάνει και τα θυρανοίξια του Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου, ο οποίος επίσης συνδέεται με ιστορικά γεγονότα, τα οποία έχουν σχέση όχι μόνο με την Αμερική, αλλά και με όλο τον κόσμο. Βέβαια, από οργανωτική άποψη, τώρα που ολοκληρώθηκε η επίσκεψη μπορώ να πω ότι είμαι πολύ ευχαριστημένος, αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, ό,τι ήταν να πάει στραβά πήγε στραβά. Μπορούσε να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή, διότι σκεφτείτε ότι υποδέχεστε τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Αμερική και την επόμενη ημέρα αναγκάζεστε να τον πάτε στο νοσοκομείο. Μπορούσε να ανατραπεί το σύμπαν, αλλά φαίνεται ότι για άλλη μία φορά αποδεικνύεται πως όλα είναι στην πρόνοια του Θεού και ό,τι έγινε έγινε για το καλό. Η επίσκεψη πήγε καλά διότι ο Πατριάρχης είναι δυνατός, Αλλά και η υγεία του αποκαταστάθηκε διότι απεδείχθη ότι ο Πατριάρχης δεν ήταν καλά και δεν το ήξερε ούτε ο ίδιος, φυσικά. Το διαπιστώσαμε εδώ και επιστρατεύσαμε όλες μας τις δυνάμεις όχι μόνο τις αμερικανικές, αλλά και τις ελληνικές. Οι ελληνικές δυνάμεις, τελικά, είναι υπερδυνάμεις, ακόμη και στην Αμερική». Επιπρόσθετα, επισημαίνει ότι είναι αλήθεια αυτό που είχε αναφέρει, ότι δηλ. «ο Πατριάρχης ήρθε εδώ άρρωστος και φεύγει υγιέστατος». «Φαίνεται ότι ο Θεός από αυτή την επίσκεψη αυτό ήθελε όσον αφορά την υγεία του Πατριάρχη μας. Όλα τα υπόλοιπα, τα πολιτικά, τα ποιμαντικά, τα λειτουργικά, πήγανε πάρα πολύ καλά και είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι. Άλλωστε, είναι έκδηλα και φανερά σε όλους. Όσον αφορά προσωπικά την υγεία του Πατριάρχη, φαίνεται ότι ο Θεός τον έφερε για να είναι για άλλα 30 χρόνια Πατριάρχης».
Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής για την ανοικοδόμηση του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου
Ακολούθως, κάνει αναφορά στον Άγιο Νικόλαο, στο Σημείο 0, ο οποίος καταστράφηκε και η επιχείρηση ανοικοδόμησής του απαίτησε πολλά χρόνια. «Η 20ετία είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά η προσπάθεια για την ανοικοδόμηση δεν ξεκίνησε την επόμενη ημέρα της κατάρρευσης των Δίδυμων Πύργων. Η προσοχή όλων ήταν στραμμένη αλλού και όχι στην ανοικοδόμηση του Αγίου Νικολάου», επισημαίνει και εξηγεί: «Ο Άγιος Νικόλαος ήταν ένας πολύ ταπεινός ναός, παραμελημένος, πολύ δύσκολα τον πρόσεχε κανείς. Εξωτερικά δεν έμοιαζε καν με ναό. Ήταν κάτι σαν παράγκα, σαν παράπηγμα το οποίο αντικατόπτριζε τις εποχές που οι Έλληνες έρχονταν στην Αμερική, οι πρώτες γενιές, και μόλις πατούσαν το πόδι τους στη στεριά δόξαζαν τον Θεό που φθάσανε γεροί και υγιείς. Άναβαν ένα κερί στον Άγιο Νικόλα, τον προστάτη των ναυτικών και των ναυτιλλομένων που τους έφερε σώους και υγιείς εδώ. Επομένως, η κατάρρευση και η εκ νέου ανοικοδόμηση αυτού του ναού δείχνει και τη μετάβαση της ελληνικής Ομογένειας στην Αμερική, από τη φάση του μετανάστη, του φτωχού, στη φάση του Ελληνοαμερικανού, ο οποίος έχει προοδεύσει, ο οποίος έχει διακριθεί, έχει μεσουρανήσει και η κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων του έδωσε τη δυνατότητα να δείξει τις νέες του δυνατότητες και τις νέες του επιτυχίες στη νέα αυτή γη», προσθέτει. Σε αυτό το σημείο του λόγου του, κάνει γνωστό ότι «Κανείς παπάς δεν θα ήθελε να διοριστεί στον παλιό Άγιο Νικόλαο. Θα θεωρούνταν δυσμενής μετάθεση. Και κανείς λαϊκός δεν θα ήθελε να είναι μέλος της Εκκλησιαστικής Επιτροπής ενός τέτοιου παραμελημένου ναού. Τώρα -πώς ανατρέπει ο Θεός τα πράγματα, πώς από τον θάνατο βγάζει την Ανάσταση- είναι ο Νο1 ναός όπου ο κάθε ιερέας της Αρχιεπισκοπής θα ήθελε να είναι εφημέριος και προϊστάμενος. Τώρα, είναι ο Νο1 ναός όπου θα ήθελε κάθε Έλληνας της Αμερικής να είναι επίτροπος Είναι ένα θαύμα όλη αυτή η ανατροπή που έχει γίνει και είναι ένα θαύμα το οποίο μας δίνει ελπίδα».
«Ο Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου θα λειτουργήσει κανονικά το Πάσχα»
Σε ερώτηση αν θα λειτουργήσει ο ναός το Πάσχα, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος απαντά ότι «Θα λειτουργήσει κανονικά το Πάσχα. Θα είναι και ολοκληρωμένος, τελειωμένος 100% το Πάσχα. Αλλά, τα επίσημα εκκλησιαστικά εγκαίνια, με άγιο μύρο, με πλύσιμο της Αγίας Τραπέζης και όλα τα τελετουργικά, όλα αυτά θα γίνουν για λόγους σημειολογικούς την 4η Ιουλίου, η οποία είναι και εθνική επέτειος των ΗΠΑ, αλλά και το αποκορύφωμα των εορτασμών της Εκατονταετηρίδας της Αρχιεπισκοπής μας. Του χρόνου η Αρχιεπισκοπή συμπληρώνει 100 χρόνια και εκείνες τις ημέρες θα είναι και η εόρτια για την εκατονταετία Κληρολαϊκή Συνέλευση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, η οποία γίνεται κάθε δύο χρόνια».
«Η περίοδος Τραμπ δίχασε και την ελληνική Ομογένεια»
Εν συνεχεία, δίνει απάντηση στο ερώτημα αν «Είναι ενωμένη η ελληνική Ομογένεια και πόσο η ενότητά της και η δραστηριότητά της περνάει μέσα από την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία», για να υπογραμμίσει: «Αυτά τα δύο συνδέονται. Είναι ενωμένη η Ομογένεια, γιατί είναι ενωμένη μέσα στην Εκκλησία. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που θα μπορούσαν να διαιρέσουν ένα ποίμνιο. Συνήθως, είναι η πολιτική. Παρόλο που την περίοδο της διακυβέρνησης του τελευταίου Προέδρου, του κ. Τραμπ, γενικά η αμερικανική κοινωνία διχάστηκε και συνεπώς και η ελληνορθόδοξη κοινότητα διχάστηκε πολιτικά. Υπήρξε μια ένταση μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών η οποία εξακολουθεί ακόμα να υπάρχει, δεν έχει τελειώσει εντελώς. Παρόλα αυτά, η Εκκλησία τους ένωνε. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι ήταν μέλη της ίδιας Εκκλησιαστικής Επιτροπής. Η Εκκλησία είναι παράγοντας ενότητας. Ποτέ δεν παίρνει κομματικό μέρος. Η Αρχιεπισκοπή από τότε που έχει ιδρυθεί διαδραματίζει αυτόν τον ρόλο, να ενώνει τους ανθρώπους και να μην τους διχάζει», συμπληρώνει.
Black Lives matter
Σε ερώτηση αναφορικά με «κάποιες τολμηρές σας κινήσεις που δεν είναι τόσο αυτονόητες. Π.χ., η συμμετοχή σας στο Black Lives matter» και αν εκτιμά ότι αυτές οι κινήσεις είναι μέρος της αποστολής του, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος δηλώνει: «Το Ευαγγέλιο είναι η βάση για ό,τι κάνουμε στην Αρχιεπισκοπή. Θυμίζω πόσο τολμηρός ήταν ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος ακόμα και για τη δική μας εποχή έκανε κάποια πράγματα τα οποία πολλοί από εμάς τους ιεράρχες και τους ιερείς ίσως δεν θα τολμούσαμε να κάνουμε». Και, συνεχίζει: «Νομίζω ότι βαδίζω κι εγώ, όχι μόνο στα ίχνη του Ιησού Χριστού, αλλά και στα ίχνη των προκατόχων μας. Σας θυμίζω τα τολμηρά βήματα του Αρχιεπισκόπου Ιακώβου, ο οποίος περπάτησε με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, το οποίο για την εποχή του ήταν αδιανόητο, ακόμα και για τους Ελληνορθόδοξους πιστούς, οι οποίοι ενοχλήθηκαν την εποχή εκείνη. Αλλά, ερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη, έχω προσωπικά και την παρακαταθήκη της παράδοσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο ιδίως επί της Πατριαρχίας Βαρθολομαίου ανέδειξε τα κοινωνικά ζητήματα τόσο έντονα, ακόμα και για το περιβάλλον, την ισότητα των ανθρώπων, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη Δημοκρατία. Όλα αυτά για μένα ήταν μια παρακαταθήκη η οποία λειτούργησε όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσω αν θα περπατήσω μαζί με τον Έρικ Άνταμς για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών στην Αμερική και εντελώς αυθόρμητα σε 10 λεπτά είπα “φυσικά, θα πάω”. Και πραγματικά, η διαδήλωση ήταν σε μισή ώρα και δεν το σκέφτηκα καθόλου, είπα “και φυσικά θα πάω”. Έτσι χτίσαμε και μια πολύ καλή σχέση».
Η σχέση του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου με τον δήμαρχο της Ν.Υ. Έρικ Άνταμς
Κατόπιν, σε ερώτηση για τη σχέση του με τον νεοεκλεγέντα δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Έρικ Άνταμς, ο οποίος τον επισκέφτηκε τις πρώτες ώρες μετά την εκλογή του, το δεσμό που ανέπτυξαν εν μέσω πανδημίας, «με πρωτοβουλίες που πήρατε εσείς συγκεντρώνοντας χρήματα», αλλά και τη βράβευση του Αρχιεπισκόπου, απαντά:
«Μία από τις δράσεις που κάναμε ως Αρχιεπισκοπή τον καιρό της πανδημίας ήταν να κάνουμε ένα ταμείο για όσους επλήγησαν από την πανδημία. Σας θυμίζω ότι φτάσαμε στο σημείο άνθρωποι να χάσουν τις δουλειές τους, να μην μπορούν να πληρώσουν τα ενοίκιά τους, τους λογαριασμούς τους και έπρεπε η Εκκλησία να είναι παρούσα. Να μην είναι η Εκκλησία που πάντα ζητά χρήματα από τους πιστούς, αλλά να είναι και μια Εκκλησία που όταν οι πιστοί βρίσκονται σε ανάγκη, να μπορεί να τους βοηθήσει. Και εκεί, είναι που κάναμε την υπέρβαση, γιατί αυτό το Ταμείο δεν έγινε για να βοηθήσει μόνο τους πιστούς της Εκκλησίας. Ανοίξαμε την πλατφόρμα σε όλους τους συνανθρώπους μας οι οποίοι πείνασαν. Αξιοπρεπείς άνθρωποι, οι οποίοι είχαν δουλειές και μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, ξαφνικά βρέθηκαν επί ξύλου κρεμάμενοι και εκεί είναι που συνεργάστηκα με τον κ. Άνταμς και του είπα “στην περιοχή σας που είσαστε υπεύθυνος έχετε οικογένειες που μπορούμε να τις βοηθήσουμε;”. Έτσι συνεργαστήκαμε και βοηθήσαμε». Επ’ αυτού ερωτάται αν «υπήρξαν αντιδράσεις για το γεγονός ότι κάνατε αυτή την κίνηση χωρίς να αφορά μόνο την Ελληνορθόδοξη κοινότητα» και απαντά: «Η αλήθεια είναι ότι περίμενα μια αντίδραση σε αυτό, αλλά δεν την είχα. Η πανδημία, τελικά, μας ένωσε και περισσότερο απ’ όσο φανταζόμασταν. Έφερε πιο κοντά τους ανθρώπους. Καταλάβαμε ότι δεν έχει σημασία αν είσαι Έλληνας, αν είσαι ορθόδοξος, αν είσαι χριστιανός, αν είσαι εβραίος, μουσουλμάνος. Όταν υπάρχει μια πανδημία που όλους μας κάνει να υποφέρουμε, πρέπει όλοι μας να απλώσουμε χέρι ο ένας στον άλλον και να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον». Σε ό,τι αφορά στη βράβευσή του με τίτλο «Ήρωας του Μπρούκλιν», ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής τονίζει ότι «Οι Αμερικανοί αρέσκονται στις μεγάλες εκφράσεις, αλλά δεν νομίζω ότι είμαι ήρωας, γιατί εγώ απλά διαχειρίστηκα όπως έπρεπε τα χρήματα που μας εμπιστεύονται οι πιστοί μας».
Εκκλησία – Πανδημία – Εμβόλια
Για τον ρόλο της Εκκλησίας στην πανδημία και στα εμβόλια, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος σημειώνει: «Συχνά στους εκκλησιαστικούς κύκλους και γενικά στους θρησκευτικούς, σε όλες τις θρησκείες, υπάρχουν τέτοιες τάσεις. Υπάρχει η τάση του υπερτονισμού της πίστης έναντι της επιστήμης. Που θεωρείται παλικαριά ότι εγώ πιστεύω στον Θεό και δεν με νοιάζει τίποτα και ανοίγω το παράθυρο και πηδάω πιστεύοντας ότι ο Θεός θα με προστατεύσει και όταν θα πέσω κάτω δεν θα τσακιστώ. Συνήθως τσακίζονται οι άνθρωποι. Δεν θέλω να τους κρίνω αυτούς τους ανθρώπους γιατί τα κίνητρά τους δεν είναι κακά. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι με την πίστη τους πρέπει να υποχρεώσουν τον Θεό να κάνει θαύματα. Ο Θεός δεν υποχρεώνεται από κανέναν να κάνει θαύματα. Και δεν είναι υποχρεωμένος να μας δοξάσει εμάς προκειμένου να αποδειχθεί ότι έχουμε δίκιο και να δικαιώσει την προσωπική μας πίστη και να μας κάνει ήρωες. Δεν είναι αυτό το πνεύμα του Θεού. Το υγιές πνεύμα είναι να σέβεσαι την επιστήμη, την έρευνα, τη λογική. Όλα αυτά ο Θεός μας τα έδωσε. Κανένα άλλο δημιούργημα δεν τα έχει επί της γης. Τα έχουμε εμείς γιατί έχουμε την πνοή του Θεού. Είναι δώρα του Θεού. Να περιφρονήσεις αυτά τα δώρα του Θεού και μάλιστα εν ονόματι του Θεού είναι ένας παραλογισμός και μια παραποίηση της πίστης. Δεν είναι η ορθή πίστη. Οι νουνεχείς άνθρωποι εμπιστεύονται την πίστη, ακολουθούν τις οδηγίες της».
Παράλληλα, μιλά για την Ελλάδα, την Εκκλησία και τους αρχικούς δισταγμούς που υπήρχαν γιατί, όπως αναφέρει, «να λέμε την αλήθεια, οι αρχικοί δισταγμοί υπήρξαν ακόμα και στην επιστήμη. Είναι κάτι καινούργιο αυτή η πανδημία και αυτή η αρρώστια και όλοι μας ξαφνιαστήκαμε και χρειαστήκαμε λίγο χρόνο για να μπορέσουμε να διαχειριστούμε ορθά τη νέα κατάσταση». Σε αυτό το πλαίσιο, εκφράζει την εμπιστοσύνη του «στις εκκλησιαστικές ηγεσίες παντού, γιατί βλέπω παντού σε όλο τον κόσμο ότι και οι ιεράρχες και οι πρωθιεράρχες, οι αρχηγοί Εκκλησιών, όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, εμβολιάζονται και δίνουν το παράδειγμα και στους πιστούς για να κάνουν το ίδιο».
«Τα εθνικά ζητήματα τα διαχειρίζεται μόνον η ελληνική κυβέρνηση»
«Ο ρόλος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής είναι πρωτίστως θρησκευτικός ή εθνικός;» ερωτάται, για να δώσει την απόκριση: «Αυτό έχει σχέση με το προηγούμενο που συζητήσαμε, ότι η Αρχιεπισκοπή αποτελεί έναν παράγοντα ενότητας για τον Ελληνισμό στην Αμερική. Τα εθνικά θέματα νομιμοποιείται να τα διαχειρίζεται μόνον η ελληνική κυβέρνηση, η οποία εφόσον ζητήσει από την Αρχιεπισκοπή να συμβάλλει καθοιονδήποτε τρόπο, ασφαλώς η Αρχιεπισκοπή θα το κάνει με κάθε μέσο και κάθε τρόπο που διαθέτει μέσω των πιστών που είναι σε όλα τα επίπεδα και του κοινωνικού και του πολιτικού βίου και ασφαλώς και στη δημόσια διοίκηση των ΗΠΑ, αλλά και, νομίζω, όχι μόνον των πιστών που βρίσκονται σε διάφορες θέσεις κυβερνητικές, αλλά όλοι οι Πρόεδροι και αντιπρόεδροι, όλοι οι υπουργοί Εξωτερικών σέβονται τις απόψεις της ελληνικής Ομογένειας».
«Δεν θα παίξουμε τον ρόλο τον εθναρχικό»
Επιπρόσθετα, επισημαίνει: «Εμείς δεν θα παίξουμε τον ρόλο τον εθναρχικό, υποκαθιστώντας σε διαπραγματεύσεις ή σε οτιδήποτε άλλου αυτούς που πραγματικά νομιμοποιούνται να το κάνουν -η ελληνική κυβέρνηση-, αλλά καταλαβαίνετε ότι τα δίκαια του Ελληνισμού δεν είναι μόνο στην Ελλάδα. Είναι και στην Κύπρο και στην Κωνσταντινούπολη και οπουδήποτε ζουν Έλληνες σε όλον τον κόσμο. Είμαστε από τους και λαούς που ζούμε στη διασπορά εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μας αρέσει να σκορπιζόμαστε γιατί δεν φοβόμαστε να εκτιθέμεθα σε καινούργια πράγματα, σε καινούργιους πολιτισμούς, σε καινούργιες ιδέες, γιατί είμαστε λαός που το καινούργιο μας εμπλουτίζει και μας κάνει καλύτερους, πιο πλούσιους. Εφόσον υπάρχει Ελληνισμός παντού, όπως ας πούμε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, στην Κωνσταντινούπολη, σε τέτοια θέματα νομιμοποιούμαστε κι εμείς, εφόσον το Πατριαρχείο είναι η Μητέρα μας Εκκλησία και η Ομογένεια εκεί είναι δικοί μας άνθρωποι, μπορούμε και σε τέτοια θέματα και εμείς -εφόσον μας το ζητάει το Πατριαρχείο, αλλά κι όταν δεν μας το ζητάει για λόγους ευνόητους- να βγαίνουμε μπροστά και να διεκδικούμε θέματα, όπως η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ο σεβασμός των θρησκευτικών ελευθεριών στην Τουρκία, γενικότερα, και θέματα παρόμοια που ενδεχομένως επίσημα μια ελληνική κυβέρνηση ίσως δεν θα διαχειριζόταν. Ο καθένας έχει τον ρόλο του».
«Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει ποτέ κανένα πρόβλημα με την ελληνική κυβέρνηση»
«Έγινε πολύς λόγος για τα εγκαίνια του Σπιτιού της Τουρκίας. Εσείς ζητήσατε συγγνώμη και το θέμα αυτό έχει τελειώσει. Αλλά, θα ήθελα να ρωτήσω εάν η σχέση σας με την ελληνική κυβέρνηση τραυματίστηκε καθοιονδήποτε τρόπο έπειτα από αυτό το γεγονός», ρωτήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος, για να δώσει την απάντηση:
«Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει ποτέ κανένα πρόβλημα με την ελληνική κυβέρνηση. Το αίμα νερό δεν γίνεται και, αν γίνεται, δεν πίνεται. Λοιπόν, αυτό είναι άλλο θέμα, απλά φάνηκε νομίζω ότι αυτή η κρίση ανέδειξε τις παθογένειες της ενότητας του Ελληνισμού, γενικότερα. Φάνηκε πόσο εύκολα πυροβολούμε ο ένας τον άλλον, ενώ είμαστε στην ίδια πλευρά, δεν είμαστε αντίθετα. Όλοι μας έχουμε τον ρόλο μας στη διεκδίκηση των δικαίων του Ελληνισμού. Ο Ελληνισμός δεν είναι μόνον η Ελλάδα, ο Ελληνισμός είναι παντού. Επομένως, αυτή την ολιστική εικόνα του απανταχού Ελληνισμού τη διασώζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και κατ’ επέκταση και οι Μητροπόλεις και Αρχιεπισκοπές του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μεταξύ των οποίων και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής. Όλοι είμαστε στην ίδια πλευρά, διεκδικούμε τα δίκαια του ελληνισμού, είτε είμαστε στην Κύπρο, είτε στην Κωνσταντινούπολη, είτε στην Ελλάδα, είτε είναι στις πρώην χώρες της Σοβιετικής Ένωσης, είτε είναι η μειονότητα, να μην απαριθμήσω τώρα, στην Αλβανία κλπ. Το να συμβαίνει κάτι και να θέλουμε όλοι να παίζουμε τον ίδιο ακριβώς ρόλο σ’ αυτή τη διεκδίκηση είναι ατυχές και δεν είναι και ρεαλιστικό και δεν και ευφυές, εάν μου επιτρέπετε. Σας θυμίζω ότι όταν γίνεται ένας πόλεμος δεν είναι όλοι με το όπλο στην πρώτη γραμμή. Υπάρχουν ρόλοι, υπάρχουν οι διπλωμάτες, οι οποίοι δεν κρατάν όπλο, ούτε φοράνε στολή. Υπάρχουν οι πολιτικοί οι οποίοι είναι σε άλλους χώρους και ο καθένας κινείται με τους τρόπους που διαθέτει και τον ρόλο που έχει, αλλά ο αγώνας είναι ο ίδιος».
«Δεν είμαι πολιτικός, είμαι ιεράρχης»
Ακολούθως, κάνει αναφορά στην αμέριστη στήριξη του πατριάρχη και υπογραμμίζει: «Υπάρχουν δυσκολίες σε όλες τις επαρχίες του Θρόνου όπου έχει κανείς να κάνει με ποίμνιο, με ανθρώπους δηλαδή. Υπάρχουν διαφορετικές γνώμες, υπάρχουν αυτοί που σε συμπαθούν, αυτοί που δεν σε συμπαθούν, για λόγους διαφορετικούς ο καθένας, αλλά εγώ δεν είμαι πολιτικός, εγώ είμαι ιεράρχης ακόμα κι αυτούς που δεν με συμπαθούν, για λόγους δικούς τους, εμένα ο ρόλος μου δεν είναι να τους κρίνω, ούτε να τους εκθέσω ούτε καθοιονδήποτε τρόπο να τους προσβάλω, αλλά να τους κερδίσω. Όχι για μένα, αλλά για την Εκκλησία, γιατί Εκκλησία δεν είναι μόνον η παρέα μου, οι φίλοι μου. Εκκλησία είμαστε όλοι μας, φίλοι, εχθροί, συμπαθείς, ασυμπαθείς, συμφωνούντες, διαφωνούντες». Εξάλλου, όπως λέγει «Αυτοί είναι η Εκκλησία και νομίζω ότι σ’ αυτό το πνεύμα εντάσσεται και η έκκληση του Πατριάρχη ότι κανένα θέμα δεν πρέπει να διχάζει τον Ελληνισμό και να ενωνόμαστε γύρω από τον Αρχιεπίσκοπο, όχι γιατί τον συμπαθούμε απαραίτητα, δεν είναι υποχρεωμένοι όλοι να με αγαπούν ούτε να με συμπαθούν, αυτό δεν θα ήταν φυσικό, αλλά διότι πρέπει να διαφυλαχτεί η ενότητα του σώματος της Εκκλησίας και η δύναμη του Ελληνισμού, η οποία αναδεικνύεται μόνο μέσα από την ενότητα».
«Τη Χάλκη την έχω στην καρδιά μου»
Σε αναφορά του στη Χάλκη σημειώνει: «Έκανα 8 χρόνια στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης ως ηγούμενος σε μια κλειστή Θεολογική Σχολή, αλλά μια σχολή που προσπαθήσαμε με τις ευλογίες του Πατριάρχη να τη ζωντανέψουμε δημιουργώντας μια μοναστική αδελφότητα, εφόσον λειτουργεί ως μοναστήρι, και πραγματικά μας ευλόγησε ο Θεός και κάναμε κι άλλες δραστηριότητες τις οποίες τις γνωρίζουν όλοι. Ασφαλώς, τη Χάλκη την έχω στην καρδιά μου. Η Χάλκη για μένα και προσωπικά, διότι πέραν όλων των άλλων παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν τον σύνδεσμό μου με την Χάλκη – και προσωπικά διότι έζησα μέσα εκεί αγωνίες, κάθε γωνία, κάθε λουλούδι, κάθε δένδρο αν θα κλαδευτεί ή θα φυτευτεί, τα ζωάκια μας, η στέγη μας, οι τοίχοι, οι διαρροές, οι ζημιές, θέλω να πω πόνεσα ακόμα και τις πέτρες και τους τοίχους-, για μένα έχει ιδιαίτερη αξία στην καρδιά μου. Πέραν τούτου πιστεύω και στην αποστολή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης».
«Η Θεολογική Σχολής της Χάλκης δεν είναι πια ελληνοτουρκικό θέμα»
Καταληκτικά, εκφράζει την άποψη – και προσπαθεί να το εξηγήσει σε όλες τις πλευρές, όπως τονίζει- ότι η Θεολογική Σχολή της Χάλκης «δεν είναι πια ελληνοτουρκικό θέμα. Επομένως, δεν νομιμοποιείται η τουρκική κυβέρνηση να ζητάει αμοιβαιότητα επ’ αυτού ή να έχει αιτήματα αντίστοιχα στην Ελλάδα, ώστε να ανοίξει τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, διότι η Θεολογική Σχολή της Χάλκης δεν αφορά την Ελλάδα, η Ελλάδα είναι λεπτομέρεια στο θέμα αυτό. Αφορά την Αμερική όχι τον Ελληνισμό απλά της Αμερικής, τις ΗΠΑ, και διερωτώμαι, διότι δεν μπορώ να σκεφτώ, διερωτώμαι τι αντάλλαγμα θα μπορούσε να ζητούσε η τουρκική κυβέρνηση από τις ΗΠΑ για να ανοίξει τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, διότι δεν μπορώ να φανταστώ ότι στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις μπορεί να εφαρμόσει την αρχή της αμοιβαιότητας η Τουρκία».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ